Η Συστημική Ψυχοθεραπεία έχει κάνει το ξεκίνημά της στον χώρο την δεκαετία του ΄50, όπου μια ομάδα θεραπευτών πρωτοπόρησαν εγκαταλείποντας την παραδοσιακή προσέγγιση στην ατομική και ομαδική θεραπεία, και δουλεύοντας πλέον με οικογένειες.
Εκέινη την εποχή, η Συστημική οπτική αναδεικνύεται ως ένας νέος τρόπος αντίληψης του κόσμου και της πραγματικότητας.
Η συστημική ψυχοθεραπεία βασίζεται στην γενική θεωρεία των συστημάτων, αναπτύχθηκε αρχικά στον χώρο της μηχανικής, και εφαρμόστηκε αργότερα και σε άλλες επιστήμες όπως η οικονομία, η βιολογία και η πληροφορική (Bertalanfy, 1968). Ο Ludwig Von Bertalanffy (1901-1972) αναφέρει για την Γενική θεωρία των Συστημάτων, ότι ιδέες και κανόνες που αφορούν και ισχύουν στη βιολογία – ιδέες της οργάνωσης, της μη αθροιστικής ολότητας, του ελέγχου, της αυτορύθμισης, της ισοτελικότητας, της αυτοοργάνωσης- μπορούν να ισχύσουν και στα συστήματα της κοινωνιολογίας και των μπηχεβιοριστικών επιστημών
Η Γενική θεωρία των συστημάτων, υιοθετεί μια ολιστική και σχεσιακή αντίληψη του κόσμου, καθώς ορίζεται ως μια σύγχρονη προσπάθεια σύνθεσης των διαφόρων όψεων της πραγματικότητας.
Για πολλά χρόνια η επιστήμη επιχειρούσε να εξηγήσει πολύπλοκα φαινόμενα αρχίζοντας από τα βασικά τους συστατικά στοιχεία, που ήταν όμως ανεπαρκείς για να παρέχουν μια ολοκληρωμένη ερμηνεία του όλου. Η ερμηνεία της σκοπιμότητας που διέπει την συμπεριφορά, με βάση απλές μηχανιστικές διαδικασίες, αποτελούσε ένα από τα πιο δυσεπίλυτα προβλήματα.
Η Συστημική Θεωρία προσέφερε μια εναλλακτική λύση σε αυτό το πρόβλημα, δείχνοντας τον τρόπο με τον οποίο η σκόπιμη συμπεριφορά εμφανίζεται ως ιδιότητα ενός συστήματος που αποτελείται από απλά στοιχεία τα οποία όμως δεν χαρακτηρίζονται από σκοπιμότητα.
Με το ίδιο σκεπτικό η συστημική θεωρία εφαρμόστηκε και στον χώρο της ψυχοθεραπείας, αντιμετωπίζοντας τα ανθρώπινα προβλήματα ως εγγενείς και δυναμικές ιδιότητες των συστημάτων, και όχι ως χαρακτηριστικό των ατόμων που απαρτίζουν αυτό το σύστημα.
Η συστημική θεωρία διευρύνει την μελέτη κάθε ανθρώπινου συστήματος ως όλου, δίνοντας έμφαση στις σχέσεις των μερών που αποτελούν το σύστημα, καταργώντας έτσι την παγιωμένη αντίληψη της γραμμικής αιτιότητας, που είναι δηλαδή η θέαση των κοινωνικών φαινομένων μέσα από την σχέση αιτίου- αποτελέσματος.